Η σιωπή της κοινωνίας ,
είναι το χαρακτηριστική πρακτική της γενιάς που συμπορεύεται με το μνημόνιο . Μία
μερίδα ανθρώπων έχει επιλέξει ως μορφή δράσης την ακινητοποίηση. Σχήμα οξύμωρο:
δρω διά της ακινητοποίησης . Καθοριστικό αποτέλεσμα της ακινητοποίησής τους
εκτός από της σιωπή είναι και η τυφλή υπακοή. Τα δύο αυτά στοιχεία αποτελούν
ανασταλτικό παράγοντα για όσους θέλουν να δράσουν . Ο τρόπος με τον οποίο δρουν
οι «ακίνητοι» άνθρωποι , δεν είναι άλλος από αυτόν της χρησιμοποίησης των
γραναζιών του φόβου και της αβεβαιότητας , πίσω από τα οποία κρύβονται . Την
εθελοδουλία τους , σκεπάζει ο μανδύας της αβεβαιότητας ενώ η ανικανότητα να
αποφασίσουν για το μέλλον τους σκεπάζεται από το πέπλο του φόβου .
Οι «ακίνητοι» άνθρωποι
αποδέχονται λανθασμένα το τέλος της πολιτικής που τους επέβαλαν υπόρρητα οι
ειδικοί της πολιτικής και οι όποιοι χειραγωγοί τους . Η πολιτική για τον
«ακίνητο» άνθρωπο δεν είναι η μάχη για την ελευθερία αλλά ο αγώνας για την επιστροφή
στην «κοινωνία της αφθονίας» από την οποία προέρχεται , έχει κλειδώσει το
φαντασιακό του και δεν μπορεί ποτέ να απαλλαγεί . Αφού λοιπόν δεν υπάρχουν
πολιτικοί που να μπορούν να πετύχουν την επιστροφή , αποφασίζει να το πετύχει
μόνος του ανακαλύπτοντας και ψηφίζοντας… πολιτικούς . Θέλει να παίξει ένα
καινούργιο παιχνίδι που να είναι εξίσου διεγερτικό με αυτό της επανάστασης αλλά
προς Θεού να μην είναι επανάσταση . Θέλει και την αλλαγή . Η αλήθεια όμως είναι
ότι δεν μπορεί μόνος του να δημιουργήσει αλλαγή επειδή ακριβώς πιστεύει ότι δεν
μπορεί μόνος του να δημιουργήσει τίποτε .
Η αλλαγή που προσπαθούν
να δημιουργήσουν οι «ακίνητοι» , έχει την ικανότητα να δημιουργείται από μόνη
της . Είναι φτιαγμένη ώστε να αυτοδημιουργείται και να αυτοαναπαράγεται. Την
διπλή αυτή δύναμή της , την αντλεί από την ανάγκη των «ακίνητων» ανθρώπων για
απάλειψη της αβεβαιότητας . Η αλλαγή συνεπώς που συντελείται ως προϊόν της
αβεβαιότητας , δεν είναι παρά ένα ομοίωμα μιας προηγούμενης αναγκαστικής
αλλαγής . Στην πραγματικότητα , το είδος της αλλαγής που επιτυγχάνεται είναι
αυτό της επιστροφής σε μία πρότερη και προσωρινή κατάσταση ευφορίας , μέχρι τη
στιγμή που οι άνθρωποι πιέζονται τόσο , όσο να οδηγήσουν ξανά τα πράγματα σε
μία… αλλαγή . Όλες οι αλλαγές οδηγούν πάντοτε σε μία άλλη , αναπόφευκτη
«αλλαγή» και τελικά μαζί με τους εαυτούς τους , οδηγούν και εμάς στο αρχικό σημείο για μιαν επανεκκίνηση . Η
συνεχής επανεκκίνηση από το ίδιο αρχικό σημείο είναι κάτι που δεν μπορούν να
αποφύγουν οι «ακίνητοι» άνθρωποι αφού για τον σκοπό τους χρησιμοποιούν πάντα το
ίδιο μέσο : την αποδοχή της πολιτικής των ειδικών που τους λένε ότι πρέπει να
φτιάξουν «άλλη μία κοινωνία» και όχι «μία
άλλη κοινωνία» .
Πολλές φορές οι
άνθρωποι εξαναγκάζονται(;) στην υπακοή . Ο εξαναγκασμός μέσω του φόβου ,
ακρωτηριάζει τη σκέψη από οποιαδήποτε μορφή αρνητικότητας , αλλά και από όλα τα
αρνητικά χαρακτηριστικά . Ως «αρνητικά» ορίζονται όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά
των ανθρώπων που αντιβαίνουν στα «θέλω» της ηγεμονίας και των ιδιοκτητών της
κοινωνίας . Δεν υπάρχει ζωή ή άλλη κοινωνία έξω από τα καλούπια που δημιουργεί
η εξουσία . Προκειμένου κάτι τέτοιο να γίνει αποδεκτό , δεν πρέπει σε καμία
περίπτωση να επιβληθεί . Πρέπει το άτομο να θέλει να το κάνει . Έτσι ,
χρησιμοποιείται ένα είδος «συνθετικής
επέμβασης» στη σκέψη του. Η επέμβαση δεν είναι μονοδιάστατη όπως πιθανόν
πολλοί να πιστεύουν . Δεν είναι μόνο τα ΜΜΕ που αναλαμβάνουν αυτόν το ρόλο .
Πολλές φορές διαφωνούμε με αυτά και όμως κάνουμε ότι ακριβώς μας λένε .
Ο εξαναγκασμός οδηγεί
τους ανθρώπους σε διαφορετικά μονοπάτια από αυτά της άρνησης των εντολών της
εξουσίας . Αυτό από το οποίο υποστηρίζουν ότι εξαναγκάζονται οι άνθρωποι αυτοί , είναι ένα
πλέγμα υποχρεώσεων το οποίο επικαλούνται προκειμένου να μην γίνουν
αντιδραστικοί απέναντι στην εξουσία . Εργασία , οικογένεια , κοινωνικές
υποχρεώσεις , δάνεια , κλπ . Όλα αυτά παράγουν φόβο , αλλά το χειρότερο είναι
ότι δεν σε αφήνουν ποτέ να ξεφύγεις από την κατάσταση του φοβισμένου . Η
κατάσταση του φοβισμένου οδηγεί στην κατάσταση του «ακίνητου» , του σιωπηλού και
πάντα υποταγμένου υποκειμένου . «Αν χάσω
τώρα τη δουλειά μου δεν θα βρω ποτέ άλλη» . «Έχω να πληρώσω το νοίκι και τα φροντιστήρια των παιδιών μου». «Χρωστάω λεφτά στην τράπεζα , δεν είμαι εγώ
για διαδηλώσεις καταλήψεις και απεργίες» . Οποιαδήποτε άρνηση να
ακολουθήσουν τις εντολές της εξουσίας εξοβελίζεται στο όνομα της προσφοράς της
εξουσίας «κάλιο λίγο και στο χέρι» . Το
«λίγο» όμως γίνεται συνεχώς «λιγότερο» . Λιγότερα χρήματα , λιγότερη ελευθερία
, λιγότερος χρόνος, λιγότερες επιλογές , όλα λειτουργούν μέσα από την αποδοχή
του «λιγότερου» . Η συνεχής και αδιάλειπτη αποδοχή του «λιγότερου» δημιουργεί
ένα πολύ σοβαρό προηγούμενο : αποδυναμώνει τα όποια αισθήματα εξέγερσης και
ταυτόχρονα γενικεύει τα ήθη υποταγής που ανοίγουν το δρόμο για κάθε είδους
συμβιβασμό . Ακόμα και η σωτηρία που περιμένουν πιστεύουν ότι θα έλθει μέσα από
το «λιγότερο» . Η σωτηρία δεν θα έλθει ποτέ .
Η σωτηρία την οποία
προσμένουν , είναι κάτι που προσμένουν απέναντι σε οποιοδήποτε ζήτημα και για
οποιονδήποτε λόγο . Σε αυτή τη ζωή , δύο πράγματα μόνο σώζουν : Ο Θεός και οι
τράπεζες . Την σωτηρία τους , οι ακίνητοι άνθρωποι την θέλουν επειδή υπονοεί
ένα είδος συντήρησης των ήδη υπαρχουσών καταστάσεων . Πιστεύουν ότι έτσι θα
κλείσουν τον κίνδυνο στο μπαούλο και η ζωή τους δεν θα είναι ποτέ πια
επικίνδυνη , μεταβαλλόμενη και ασταθής όπως ακριβώς είναι τώρα . Δυστυχώς όμως
γι’ αυτούς το μόνο σταθερό και αμετάβλητο στην αιωνιότητα είναι ο θάνατος . Η
εξαφάνιση και ο θάνατος είναι μόνιμες καταστάσεις . Έτσι , ευελπιστούν ότι κλείνοντας
στο μπαούλο τον κίνδυνο θα τον εξαφανίσουν .
Οι
«ακίνητοι» αγαπούν την κοινωνική ευταξία που τους παρέχει το πολιτικό σύστημα
και η εξουσία που υπηρετούν . Η κοινωνική ευταξία , τούς κατατάσσει στην τάξη
των «έχω ακόμα λίγα» και με αυτά
πορεύομαι . Είναι η τάξη των προσωρινά
βολεμένων . Η κοινωνική τάξη πλέον δεν ορίζεται από το πόσα χρήματα έχεις ή
βγάζεις , αλλά από το πώς αντιμετωπίζεις το σύστημα . Δεν έχουν «ακόμα» περάσει
στην κατάσταση του φτωχού , και έτσι δεν τους νοιάζει ο φτωχός . «Ας αφανιστούν αν χρειαστεί , εγώ με τα λίγα
μου θα είμαι ασφαλής» . Όσο και να φωνάζουν ενάντια στο σύστημα , ποτέ
δεν το περιφρονούν . Αυτό που περιφρονούν και φοβόνται είναι η κοινωνική αταξία
που μπορεί να υπάρξει αν καταρρεύσει το σύστημά τους . Αυτός είναι ο
πραγματικός τους φόβος τελικά . Μία πιθανή κατάρρευση θα άλλαζε ή θα κατέστρεφε
το μικρό βόλεμά τους . Είναι πάντοτε διατεθειμένοι να αποδεχθούν μία κοινωνία
στην οποία απαγορεύεται η αρνητικότητα . Και το κάνουν . Όμως , ότι δεν μπορεί
να αρνηθεί τον εαυτό του είναι καταδικασμένο στην αβεβαιότητα και στον
μιμητισμό . «Θα κάνω ότι πουν οι άλλοι ,
ότι αποφασίσουν οι άλλοι . Θα δράσω αν το κάνουν και οι άλλοι αφού όμως δω
πρώτα αν με συμφέρει». Αυτός ο τρόπος σκέψης που είναι πολύ διαδεδομένος ,
κινείται μεταξύ βολέματος και φόβου . Είναι εξαιρετικά δυσδιάκριτο , σε ποιο
πεδίο από τα δύο πατά περισσότερο . Δεν είναι υποχρεωμένοι να «θέλουν» κάτι .
Αρχικά θα προσποιηθούν ότι «θέλουν» μέχρι να δουν αν τα πράγματα βαίνουν προς
το συμφέρον τους . Σε αντίθετη περίπτωση θα επικαλεστούν … φόβο . Είναι η
στιγμή που ο φόβος χρησιμοποιείται ως σανίδα σωτηρίας .
Η αποχή τους από
οποιαδήποτε μορφή δράσης , στοχεύει περισσότερο στο να απαλλαγούν από κάτι παρά
στο να δημιουργήσουν οτιδήποτε . Έμαθαν να λειτουργούν με την πονηρή αποπομπή
του εαυτού τους από την «επικίνδυνη» συλλογικότητα και όχι με την ένταξη σε
αυτή . Αυτούς λοιπόν που επικαλούνται τον φόβο ως σωτήριο μέσο προκειμένου να
μην συμμετέχουν σε πρακτικές που τους χαλάνε το βόλεμα , τους αποκαλώ «νεοραγιάδες»
. Οι πράξεις , τα επιχειρήματα αλλά και τα «αντικειμενικά» τους κριτήρια , τις
περισσότερες φορές πηγάζουν μέσα από την εθελοδουλία τους . Από αυτή τη νέα
μορφή ραγιαδισμού πους τους σπρώχνει στο να απαλλαγούν από οποιαδήποτε ενέργεια
θα τους έφερνε τυχόν αντιμέτωπους με την διεκδίκηση της ελευθερίας τους . Πιστεύουν
ότι η ελευθερία είναι κάτι που τους το έχουν χαρίσει . Δεν γνωρίζουν ότι η
ελευθερία ΔΕΝ χαρίζεται και γι’ αυτό δεν είναι ελεύθεροι . Η ελευθερία δεν
είναι αγαθό που μπορεί να στο χαρίσει κάποιος που αποκαλείται κράτος ,
πρωθυπουργός , αστυνόμος , δάσκαλος , λοχαγός ή εργοδότης . Ελευθερία σημαίνει
να έχεις το δικαίωμα στο να πραγματοποιήσεις το «ανέφικτο» . Στις μέρες μας
όμως «ανέφικτο» είναι η ίδια η ελευθερία!!
Η μη διεκδίκηση της
ελευθερίας , οδηγεί στην παράδοση της αξιοπρέπειας . Αναρωτιέμαι συχνά αν ακόμα
υπάρχει μέσα μας ένα μικρό ίχνος της . Πιστεύω ότι η αξιοπρέπεια και η
ελευθερία είναι δύο έννοιες που συμπορεύονται . Δεν ξέρω . Δεν είμαι φιλόσοφος
και δεν προσπαθώ τώρα να λύσω το ζήτημα αυτό . Αυτό που θέλω να πω είναι ότι
χάσαμε τελικά την αξιοπρέπειά μας όπως ακριβώς χάσαμε και την ελευθερία μας .
Σιγά-σιγά και λίγο-λίγο μας τα αφαίρεσαν και τα δύο . Ένα κομμάτι το αφήσαμε
στα καταστήματα κινητής τηλεφωνίας . Ένα
άλλο στα must
τριήμερα
. Άλλοι στη Μύκονο και άλλοι στα χωριά τους μιας και δεν είμαστε όλοι ίδιοι
αλλά κυρίως δεν είμαστε ίσοι . Είπαμε να σκύψουμε λίγο το κεφάλι και να
δουλέψουμε περισσότερο προκειμένου να πείσουμε το αφεντικό να μας δώσει κανένα
ψίχουλο παραπάνω , μιας και θέλουμε να αγοράσουμε ένα αυτοκινητάκι που να χωρά
ολόκληρη την οικογένεια μαζί με τα μπαγκάζια της . Να κάνουμε καμιά κομπίνα
παραπάνω για να μπορέσουμε να αποκτήσουμε ένα Cayenne , και δεν πειράζει που
έχουμε ακόμα το νύχι του μικρού μας δακτύλου τέσσερα εκατοστά μακρύ , ούτε το
ότι τρώμε με τα χέρια και φτύνουμε τα κόκαλα . «Έχω άκρη , άρα είμαι ελεύθερος» είναι μία από τις ενδόμυχες
σκέψεις του «νεοραγιά». Για αυτόν η αξιοπρέπεια και η ελευθερία είναι έννοιες
ασύμβατες . Πάνω απ’ όλα βάζουν το συμφέρον τους . Τα υπόλοιπα έπονται .
Είναι χαρακτηριστική η
ευκολία με την οποία οι νεοραγιάδες αφήνονται να ξελογιαστούν από τα χρήματα ή
τις υποσχέσεις των ειδικών . Αρκετούς από αυτούς θα μπορούσαμε να τους
χαρακτηρίσουμε «πωρωμένα καθάρματα του βολέματος» αλλά όχι όλους . Οι
περισσότεροι είναι ένα σύνολο μισοκακόμοιρων ασυνείδητων που είναι πρόθυμοι ανά
πάσα στιγμή να διαφθαρούν με λίγο εύκολο χρήμα ή με μία εύκολη υπόσχεση που
νομίζουν ότι αν πραγματοποιηθεί θα αλλάξει τη ζωή τους . Αυτό που απασχολεί το νεοραγιά τούτες τις
ευλογημένες μέρες είναι μόνο το πώς θα πληρώσει λιγότερους φόρους . Το αν θα
μπορέσει κάποιος να τον αποδεσμεύσει από τα «δεσμά του μνημονίου» . «Με αυτό το πλευρό να κοιμάσαι»
σκέφτεται η εξουσία του . «Εδώ κάναμε
τόσο κόπο να σε χώσουμε στο μνημόνιο και τώρα μου ζητάς να σε αποδεσμεύσω ,
ηλίθιο υποκείμενο ;Ψήφησέ με και θα δούμε.» Μεγάλο πράγμα η πίστη.
Οι νεοραγιάδες τελικά πήγαν όχι μία , αλλά δύο
φορές και ψήφησαν . Θέλησαν να εκλέξουν κυβέρνηση προκειμένου να μην
αισθάνονται ακυβέρνητοι δηλαδή ανίκανοι να εκφέρουν άποψη δική τους . Βέβαια ,
πρέπει να παραδεχθώ ότι είναι πολλοί , πάρα πολλοί . Αποτελούν το πενήντα τοις
εκατό (50%) του εκλογικού σώματος , νούμερο διόλου ευκαταφρόνητο . Έτσι μας
έδωσαν να καταλάβουμε γιατί η κοινωνία είναι τελικά τόσο σιωπηλή . Τώρα πλέον
έχουν την ευθύνη της πράξης τους . Θα καθίσουν υπομονετικά στην ξαπλώστρα δίπλα
από το κύμα και θα κάνουν κριτική σε αυτούς που εξέλεξαν . Ξέχασαν προσωρινά
ότι αυτοί που εξέλεξαν είναι οι ίδιοι που τους έφεραν σε αυτήν εδώ την
κατάσταση . Θα το θυμηθούν πάλι όταν έρθουν με το καλό τα χαρτιά της εφορίας ή
όταν θα μείνουν χωρίς δουλειά . Οι υπεύθυνοι για την αναδιαπραγμάτευση του
μνημονίου (εδώ γελάνε) είναι οι ίδιοι που κατασκεύασαν το μνημόνιο . Δεν έχει
σημασία όμως γιατί αν συμβεί οτιδήποτε θα κάνουμε πάλι εκλογές . Πάλι θα
ψηφήσουν επικαλούμενοι το φόβο . Είμαι σίγουρος ότι όλοι αυτοί που έδωσαν την
ψήφο τους στα μνημονιακά κόμματα κάτι περιμένουν να κερδίσουν . Δεν είναι
δυνατόν να πιστεύουν ότι ο Αντωνάκης ο Σίγμα και ο Βαγγελάκης ο Βήτα μαζί με
τον απίθανο Κουβέλη και αυτόν τον ανεκδιήγητο Ψαριανό , ενδιαφέρονται για τους
φτωχούς , τους άστεγους , τους ανθρώπους χωρίς φάρμακα , τα σχολεία που δεν
έχουν βιβλία κλπ . Αυτοί ενδιαφέρονται μόνο για την καρέκλα τους . Αυτό το
ξέρουν πλέον και οι πέτρες . Άρα, ο νεοραγιάς ψηφοφόρος είναι και αυτός μία από
τα ίδια αφού από τη στιγμή που υποστηρίζει κάποιον και τον ψηφίζει , συμφωνεί
με τις πρακτικές του και τα πιστεύω του .
Ίσως το κείμενο να
είναι λίγο επιθετικό απέναντι σε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Από την άλλη
όμως , πιστεύω ότι είναι καιρός να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους . Όταν
έγραψα δύο κείμενα για την αποχή από τις εκλογές και την ανάγκη να υπάρξει
αλλαγή πολιτεύματος ή εκλογικού συστήματος έστω , δέχθηκα από σκληρή κριτική με
σαφή επιχειρήματα υπέρ της ψήφου , που είναι πάντοτε ευπρόσδεκτη έως χλευασμό
που είναι απαράδεκτος ειδικά από όσους μου δίνουν την εντύπωση , με αυτά που γράφουν , ότι δεν έχουν ανοίξει
ούτε ένα βιβλίο , ποτέ στη ζωή τους , δηλαδή από κλασικούς νεοραγιάδες . Όχι
βέβαια ότι εγώ είμαι κανένας μορφωμένος . Απλώς , εγώ γνωρίζω ότι δεν είμαι
μορφωμένος και πριν κάνω κριτική σε κάποιο κείμενο , φροντίζω κατ’ αρχήν να το
διαβάσω ολόκληρο και έπειτα να εκφέρω γνώμη, μόνον όταν είμαι σίγουρος ότι έχω
καταλάβει τι θέλει να πει ο εκάστοτε συντάκτης . Τα κείμενα εκείνα , τα έγραψα
γιατί πίστευα και πιστεύω ότι με τις εκλογές δεν αλλάζει τίποτε . Ποτέ με
εκλογές δεν έχει αλλάξει κάτι , πουθενά . Τελικά δυστυχώς αυτό έγινε . Ήρθαμε
πάλι στο αρχικό σημείο , σε νέα «αλλαγή» αλλά χωρίς αλλαγή θεσμών . Οι νεοραγιάδες
είναι το μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που αποτελεί εμπόδιο για οποιαδήποτε
αλλαγή θεσμών . Επικαλούνται συνεχώς τον φόβο προκειμένου να μην αλλάξει τίποτε
. Και εγώ φοβάμαι . Δεν φοβάμαι όμως μήπως χάσω το βόλεμά μου . Φοβάμαι μήπως
αυτά που προτείνω ή αυτά που υποστηρίζω προξενήσουν κακό στους γύρω μου . Αυτό
είναι τελείως διαφορετικό είδος φόβου .
Τελικά , ο φόβος σώζει
;
(Το παρόν κείμενο
γράφτηκε πριν τις δεύτερες εκλογές αλλά για τεχνικούς λόγους δημοσιεύεται τώρα
.)